Νοσηλευτής είμαι και έχω ορκιστεί να χρησιμοποιώ τις γνώσεις μου για το καλό των συνανθρώπων μου. Να προσφέρω με ανιδιοτέλεια, αφοσίωση και αυταπάρνηση τη βοήθειά μου σε κάθε άρρωστο και να εργάζομαι αδιάκοπα. Να αντιμετωπίζω με πίστη, αρετή και καρτερικότητα τον πόνο και να μην αρνούμαι ποτέ τη βοήθειά μου.
Κανένας δεν μπορεί να καταλάβει την αγάπη για το επάγγελμα εκτός από αυτούς που το υπηρετούν με ευλάβεια. Και είμαι τυχερός γιατί, εκτός από τους εξαίρετους συναδέλφους μου, έχω και τη Μόνα που με καταλαβαίνει.
Με τη Μόνα γνωριστήκαμε πριν δύο χρόνια, όταν έφτασα με μετάθεση στο νοσοκομείο της Ιταλίας. Έλληνας εγώ, Ιταλίδα εκείνη μάς ένωσαν πολλά. Από τη μεριά μου ήθελα να γνωρίσω όλα τα αξιοθέατα και τα όμορφα που μου προσέφερε η γειτόνισσα χώρα και εκείνη ήταν πρόθυμη να μου δείξει τα πάντα με αντάλλαγμα να ταξιδέψουμε μαζί σε ένα νησί των Κυκλάδων.
Το πρώτο καλοκαίρι μάς βρήκε στην ασημένια πινελιά του Αιγαίου. Στην πανέμορφη Κίμωλο δώσαμε όρκους πίστης και αγάπης, μπροστά στην εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας. Χέρι χέρι περπατήσαμε όλα τα μικρά γραφικά, πέτρινα σοκάκια του χωριού που ήταν βαμμένα με άσπρη μπογιά. Οι ακρογιαλιές βγαλμένες από παράδεισο μάς χάρισαν στιγμές ξεγνοιασιάς κάτω από τον καταγάλανο ουρανό. Μικρά ταβερνάκια δίπλα στο κύμα χόρτασαν την όρεξή μας με παραδοσιακούς μεζέδες και τα βράδια μάς έβρισκαν στα μπαράκια του νησιού. Εκεί, στο μικρό Παρίσι , όπως αποκαλούν πολλοί το νησάκι, δώσαμε υπόσχεση να ξαναγυρίσουμε όταν θα έχουμε φτιάξει τη δική μας οικογένεια.
Καιρό τώρα ακούμε πως ένας νέος ιός χτύπησε την Κίνα και το μυαλό όλων μας στο νοσοκομείο πήγε στους συναδέλφους και στον αγώνα που δίνουν. Βλέπουμε στην τηλεόραση εικόνες που μόνο σε ταινίες είχαμε δει.
Χιλιάδες νοσούν και οι νεκροί ο ένας μετά τον άλλο. Παγκόσμια οδύνη για ένα ιό που μετατρέπεται σε πανδημία. Δεν άργησε φυσικά να έρθει και στην Ιταλία και να σπείρει τον φόβο και την απόγνωση. Δεν θυμάμαι πόσες μέρες παλεύω άυπνος, νηστικός, για να σώσω ό,τι μπορώ, αφού οι ασθενείς έρχονται ο ένας μετά το άλλον.
Ακούω δυστυχώς πως και η Ελλάδα χτυπήθηκε και το πρόβλημα γίνεται ακόμα χειρότερο, γιατί δεν υπάρχει αρκετό νοσηλευτικό προσωπικό ώστε να το αντιμετωπίσει έγκαιρα. Θέλω να κλάψω, να ουρλιάξω από θυμό, από αγανάκτηση, από κούραση. Η Ελλάδα που «έδιωξε» τα παιδιά της σε νοσοκομεία του εξωτερικού τώρα, που τα έχει ανάγκη, τα ζητά πίσω, αλλά αυτά δεν μπορούν να τη βοηθήσουν γιατί δίνουν τη μάχη τους σε γειτονικές χώρες.
Έχω να δω τη Μόνα δύο εβδομάδες. Βρισκόμαστε σε διαφορετικούς ορόφους. Μιλάμε μόνο με μηνύματα από το κινητό, όχι διαρκώς. Η κατάσταση είναι λες κι έχουμε πόλεμο και δεν μας επιτρέπει ούτε την πολυτέλεια της τηλεφωνικής κλήσης. Η χώρα σε έκτακτη ανάγκη με όλο τον πληθυσμό σε καραντίνα στα σπίτια του.
Δεν το βάζω κάτω. Προσπαθώ να χαρίσω την υγεία σε όσους περισσότερους μπορώ. Δεν με πειράζει που έχω σημάδια στο πρόσωπο από τη μάσκα και τα γυαλιά που φοράμε, γιατί στο μυαλό μου έχω το λαμπερό χαμόγελο της γυναίκας που μου δωρίζει πνοή και οι στιγμές που ήμασταν μαζί μου δίνουν κουράγιο και δύναμη.
«Είσαι τo ουράνιο τόξο μου μετά από καταιγίδα.
Εσύ μου δίνεις τη χαρά, εσύ και την ελπίδα.»
Αυτό της είχα γράψει και της είχα πει τότε, το πρώτο μας καλοκαίρι στο στολίδι των Κυκλάδων και υποσχέθηκα ευτυχία και αγάπη, πριν την κάνω για πρώτη φορά δική μου.
Δεν ξέρω αν καταφέρω να της τα χαρίσω, γιατί τα πράγματα με την υγεία είναι και πάνε προς το χειρότερο. Κλείνουν σύνορα, κλείνουν αεροδρόμια, σταθμοί, σχολεία. Οι πόλεις μετατρέπονται σε φαντάσματα, με τον κόσμο να περιορίζεται σε λιγοστές εξόδους για τις βασικές ανάγκες. Θα προσπαθήσω όμως να ονειρεύομαι το καλύτερο, με την ελπίδα πως όλα θα φτιάξουν και θα ξαναβρούν τον ρυθμό τους. Όλα θα έχουν ξανά τα χρώματα του ουράνιου τόξου και θα μοσχοβολάει ο τόπος αναγέννηση.
Αλήθεια, πόσο να κοστολογείται μία ανθρώπινη ζωή;
Είμαι εδώ για να αντιμετωπίσω τα πάντα, μάχιμος, από τη θέση του νοσηλευτή..."